Ειδικότερα, η μέση τιμή πώλησης στο κέντρο διαμορφώνεται σε 1.940 ευρώ/τ.μ., όταν η αμέσως επόμενη πόλη είναι η Μαδρίτη της Ισπανίας με κόστος 3.190 ευρώ/τ.μ. Αντιστοίχως, στη Ρώμη το σχετικό κόστος ανέρχεται σε 3.790 ευρώ/τ.μ., στο Λονδίνο σε 4.826 ευρώ/τ.μ., ενώ στη Στοκχόλμη της Σουηδίας η μέση τιμή ξεπερνά τις 6.000 ευρώ/τ.μ. (6.015). Στο δε Τόκιο της Ιαπωνίας, το μέσο κόστος ανέρχεται σε 6.223 ευρώ/τ.μ. Η CIA Landlords Insurance είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηλεκτρονικούς παρόχους ασφαλειών ακινήτων για ιδιοκτήτες στη Μεγ. Βρετανία.
Το γεγονός αυτό εξηγεί και τη σημαντική αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό για την απόκτηση ακινήτων στην Ελλάδα και δη στην Αττική, καθώς τα σχετικά μεγέθη έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Μόνο κατά το εννεάμηνο του 2022 (Ιανουάριος – Σεπτέμβριος), σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), οι εισροές ξένων κεφαλαίων στην Ελλάδα για την απόκτηση ακινήτων ανήλθαν σε 1,27 δισ. ευρώ, ποσό που ήταν αυξημένο κατά 60,2% σε ετήσια βάση. Πρόκειται για ιστορικά υψηλό επίπεδο, ξεπερνώντας ακόμη κι εκείνο του εννεαμήνου του 2019, όταν το ύψος των ξένων κεφαλαίων που εισήλθαν στην ελληνική αγορά ακινήτων είχε ανέλθει σε 1,03 δισ. ευρώ (και 1,45 δισ. ευρώ συνολικά στο συγκεκριμένο έτος). Στο πλαίσιο αυτό, υπολογίζεται ότι οι συνολικές αγορές ακινήτων από ξένους το 2022 θα ξεπεράσουν το 1,5 δισ. ευρώ, σηματοδοτώντας νέο ιστορικό υψηλό.
Εχει τη χαμηλότερη μέση τιμή πώλησης ενός διαμερίσματος στο κέντρο της πόλης ανάμεσα σε πρωτεύουσες όλου του κόσμου.
Η ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ για τη νομισματική πολιτική σημειώνει ότι «η θετική πορεία του τουρισμού, η ανάπτυξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων και η αύξηση των επενδύσεων από το εξωτερικό συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη δυναμική της αγοράς ακινήτων». Αυτό που έχει διαφοροποιηθεί σήμερα σε σχέση με το παρελθόν, όταν και πάλι οι τιμές πώλησης ήταν ιδιαίτερα προσιτές για τους ξένους αγοραστές συγκριτικά με το κόστος αγοράς ακινήτου σε άλλες πόλεις, είναι το γεγονός ότι υπάρχουν περισσότερες επιλογές εκμετάλλευσης των κατοικιών. Για παράδειγμα, ενώ στο παρελθόν η μακροχρόνια μίσθωση ήταν μονόδρομος, σήμερα ο εκάστοτε επενδυτής μπορεί να επιλέξει και ακίνητα που είναι κατάλληλα τόσο για βραχυχρόνια μίσθωση όσο και για μεσοχρόνια μίσθωση, δηλαδή την παραχώρηση του ακινήτου για ένα διάστημα της τάξεως των τριών, έξι ή και εννέα μηνών σε κάποιον ξένο επαγγελματία που επιθυμεί να εργαστεί στην Αθήνα εξ αποστάσεως. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περιοχές με την υψηλότερη ζήτηση ακινήτων από ξένους επενδυτές είναι το κέντρο της Αθήνας, και ιδίως οι συνοικίες που βρίσκονται κοντά σε δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα, ή τα νότια προάστια, λόγω της εγγύτητας με τη θάλασσα και της αναμόρφωσης όλου του παραλιακού μετώπου με σειρά επενδύσεων, αρχής γενομένης από την ανάπτυξη της έκτασης του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Παράλληλα, παρότι το απόθεμα των πωλούμενων κατοικιών παραμένει μεγάλης ηλικίας, εντούτοις έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις ενεργειακής αναβάθμισης και ανακαίνισης σε χιλιάδες διαμερίσματα τα τελευταία χρόνια. Ετσι, η ποιότητα των πωλούμενων ακινήτων έχει βελτιωθεί, αυξάνοντας αντιστοίχως και τα προσδοκώμενα έσοδα από την εκμετάλλευσή τους. Εναλλακτικά, κάποιοι επενδυτές επιλέγουν να αποκτήσουν ακίνητα που χρειάζονται ανακαίνιση λόγω του ακόμη χαμηλότερου κόστους τους.
Μια ακόμη «δεξαμενή» επενδυτών αφορά όσους ενδιαφέρονται να αποκτήσουν άδεια παραμονής μέσω του σχετικού προγράμματος «χρυσή βίζα». Ωστόσο, η πρόσφατη κίνηση της κυβέρνησης να διπλασιάσει το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό επένδυσης σε 500.000 ευρώ (από 250.000 ευρώ) στο κέντρο της Αθήνας, στα νότια προάστια (μέχρι το ύψος της Γλυφάδας), στη Θεσσαλονίκη, στη Μύκονο και στη Σαντορίνη είναι πιθανό να μετατοπίσει την αντίστοιχη ζήτηση σε άλλες περιοχές, είτε εντός της Αττικής είτε σε δημοφιλή τουριστικά νησιά, όπως π.χ. η Κρήτη, η Ρόδος, η Κέρκυρα και η Πάρος. Οι αλλαγές θα τεθούν σε ισχύ από την 1η Μαΐου και μετά, εκτός κι αν έχει υπογραφεί προσύμφωνο αγοράς ακινήτου έως τις 30 Απριλίου.